Καταγόταν από τη Ρώμη, από πλούσια, αλλά ειδωλολατρική οικογένεια. Όταν ενηλικιώθηκε οι γονείς του θέλησαν να τον παντρέψουν. Ο άγιος ωστόσο, που άκουγε για τον Χριστό, επιθυμούσε να γίνει χριστιανός. Βλέποντας λοιπόν την προαίρεση των γονέων του να τον δεσμεύσουν με τα δεσμά του γάμου, αναχώρησε από τη Ρώμη για τα μέρη της Ανατολής. Διέπλευσε τη Ρόδο, το πέλαγος της Παμφυλίας και έφθασε στην Κύπρο, στον Λιμνίτη. Εκείνον τον καιρό ήταν η εποχή που ο
Απόστολος Βαρνάβας ήλθε στην πατρίδα του την Κύπρο μαζί με τον ανιψιό του Μάρκο κατά τη δεύτερη του περιοδεία. Περιερχόμενοι όλη την Κύπρο, ήλθαν στη Σαλαμίνα όπου βρήκαν τον άγιο Ηρακλείδιο. Όταν ο Απόστολος Βαρνάβας μαρτύρησε στην Κωνσταντία οι Ιουδαίοι αναζητούσαν και τον
Ευαγγελιστή Μάρκο. Αφού τον κατεδίωξαν μέχρι τη Λήδρα – τη σημερινή Λευκωσία - κρύφτηκε σε ένα σπήλαιο και μέσω Τροόδους έφτασε στην παραθαλάσσια κώμη του Λιμνίτη, όπου συνάντησε τον άγιο. Εκεί ο άγιος αποκάλυψε ότι ήθελε να γίνει χριστιανός. Βλέποντας ο Μάρκος ότι ο άγιος ήταν άντρας πιστός και μορφωμένος, τον κατήχησε, τον βάφτισε στην πηγή του τόπου εκείνου και τον χειροτόνησε Επίσκοπο Σόλων, δίνοντας τη συμβουλή να προσποιείται ότι είναι εθνικός και να διδάσκει σταδιακά τη Χριστιανική πίστη στους ειδωλολάτρες, σαν να ήταν νήπια. Ο άγιος έτσι, όταν έφτασε στους Σόλους, επέλεξε ως τόπο κατοικίας του την περιοχή του Διός, όπου φιλοξενούνταν από κάποιον ιερέα των ειδώλων. Μετά από καιρό ο ειδωλολάτρης ιερέας φωτίστηκε και ασπάστηκε τον Χριστιανισμό. Ομοίως έπραξε ο άγιος και με άλλους κατοίκους της πόλεως, έως ότου με την προτροπή του Αρχιεπισκόπου της Κύπρου,
αγίου Ηρακλείδη, άρχισε να κηρύττει δημόσια τον Χριστιανισμό. Ο Κύριος του έδωσε τη χάρη της ιάσεως των ασθενών και της εκδίωξης ακάθαρτων πνευμάτων. Θεράπευε αρρώστους και βάπτιζε τους κατοίκους όχι μόνο των Σόλων, αλλά και των γύρω χωριών που έτρεχαν κοντά του. Για πενήντα χρόνια ο άγιος ποίμανε τους Σόλους, αγωνιζόμενος για την ορθή πίστη, και παρέδωσε το πνεύμα του εν ειρήνη.