Αγιολογικά

Μηνάς Μεγαλομάρτης, Άγιος

Γεννήθηκε στην Αίγυπτο στα μέσα περίπου του 3ου μεταχριστιανικού αιώνα από γονείς ειδωλολάτρες. Το ειδωλολατρικό περιβάλλον όπου μεγάλωνε δεν κατάφερε να τον επηρεάσει και από την εφηβεία του γινε χριστιανός. Μεγαλώνοντας επέλεξε να σταδιοδρομήσει στον Ρωμαϊκό στρατό, στο ιππικό τάγμα των Ρουταλικών, υπό την διοίκηση του Αργυρίσκου. Η έδρα της μονάδας του ήταν στο Κοτυάειον, η σημερινή Κιουτάχεια της Μικράς Ασίας. Εκεί ο άγιος Μηνάς διακρίθηκε και έχαιρε εκτιμήσεως στο κύκλο των στρατιωτικών. Όταν οι αυτοκράτορες Διοκλητιανός και Μαξιμιανός διέταξαν διωγμό εναντίον των χριστιανών, από το 303 έως το 311, οι Ρωμαίοι στρατιώτες διατάχθηκαν να συλλαμβάνουν και να τυραννούν τους χριστιανούς προσπαθώντας να τους κάνουν να αλλαξοπιστήσουν. Ο άγιος πέταξε την στρατιωτική του ζώνη, απεκδυόμενος έτσι την ιδιότητα του στρατιώτη και διώκτη των χριστιανών και διέφυγε σε παρακείμενο όρος. Εκεί ασκήτευσε, προτιμώντας την συντροφιά των θηρίων από την συντροφιά των ειδωλολατρών. Σε ηλικία πενήντα περίπου ετών, μετά από θεία αποκάλυψη, κατέβηκε στην πόλη σε μέρα ειδωλολατρικού πανηγυριού και με παρρησία ομολόγησε τον Χριστό ως τον ένα και αληθινό Θεό. Συνελήφθη και σύρθηκε ενώπιον του διοικητού της πόλεως. Εκεί με θάρρος αποκάλυψε το όνομά του, την καταγωγή του, το στρατιωτικό του παρελθόν και επανέλαβε την πίστη του στον Χριστό. Οδηγήθηκε στη φυλακή και το πρωί της επομένης ημέρας τον παρουσίασαν και πάλι ενώπιον του ηγεμόνα ο οποίος τον κατηγόρησε ότι εξύβρισε τους θεούς και μάλιστα μπροστά του και ότι λιποτάκτησε από τον στρατό. Ο διοικητής, σεβόμενος την ηλικία και την ευκοσμία του αγίου, προσπάθησε με λόγια και υποσχέσεις, αλλά και με απειλές, να τον πείσει να αρνηθεί την πίστη του Χριστού. Όταν οι προσπάθειές του προσέκρουσαν στην σταθερή άρνηση του αγίου, διέταξε να τον υποβάλουν σε ανυπόφορα βασανιστήρια. Εν τέλει, διατάχθηκε ο αποκεφαλισμός του, την 11η Νοεμβρίου του 304.