Αγιολογικά

Τιμόθεος Εσφιγμενίτης ο νέος Οσιομάρτης

Τόπος καταγωγής του αγίου ήταν το χωριό Παράορα της επαρχίας Κεσσάνης της Θράκης. Το κοσμικό του όνομα ήταν Τριαντάφυλλος. Παντρεύτηκε και απόκτησε δύο κόρες, όμως η σύζυγός του τον εγκατέλειψε για να παντρευτεί κάποιον μωαμεθανό. Μετάνιωσε όμως και θέλησε να επιστρέψει στον σύζυγό της, αλλά δεν μπορούσε εύκολα να ξεφύγει από τον αλλόπιστο. Τότε ο άγιος, για να μπορέσει να την απαλλάξει, σκέφτηκε να ασπασθεί εικονικά τον μωαμεθανισμό και κατόπιν αμφότεροι να γίνουν μοναχοί. Πράγματι πήγε στο δικαστήριο και είπε ότι, αν του δώσουν πίσω τη γυναίκα του, δέχεται να γίνει μουσουλμάνος. Με πολλή ευχαρίστηση το δικαστήριο ενέκρινε το αίτημα του και αφού του έκαναν περιτομή του έδωσαν τη σύζυγό του. Μετά από κάποιους μήνες έφυγαν κρυφά και πήγαν στις Κυδωνίες, όπου τακτοποίησε τη γυναίκα του σε γυναικείο μοναστήρι ενώ αυτός έφυγε για το Άγιον Όρος. Αρχικά εργάστηκε ως κηπουρός στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας όπου και εκάρη μοναχός με το όνομα Τιμόθεος. Εκεί άκουσε για το μαρτύριο του αγίου νεομάρτυρος Αγαθαγγέλλου του Εσφιγμενίτου που είχε μαρτυρήσει εκείνη τη χρονιά και μέσα του γεννήθηκε ο πόθος για μαρτύριο. Κατόπιν πήγε στο κοινόβιο του Εσφιγμένου, όπου έγινε μεγαλόσχημος και προπαρασκευάστηκε για το μαρτύριο. Τελικά, αφού πήρε την ευχή του ηγούμενου του Ευθυμίου, αναχώρησε από το Άγιον Όρος και έφτασε στην Κεσσάνη. Στην Κεσσάνη, μαζί με τον συνοδό του Ιερομόναχο Ευθύμιο, προσπαθούσαν να επαναφέρουν στη σωστή πίστη όσους αρνήθηκαν τον Χριστό. Προδόθηκαν όμως, συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν στις φυλακές της Αδριανούπολης. Εκεί βασανίστηκαν με τον πιο βάρβαρο τρόπο. Ο οσιομάρτυρας Τιμόθεος αποκεφαλίστηκε στις 29 Οκτωβρίου του 1820. Μέρος των αιματωμένων ενδυμάτων του φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Εσφιγμένου.